Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

14 Ιανουαρίου 2021

Το πουρμπουάρ και η προπίνα. Του Νίκου Σαραντάκου

Θα έχετε μια άγνωστη λέξη στον τίτλο, αλλά το έκανα επίτηδες. Για να σας μπερδέψω, την έγραψα ελληνικά, ενώ είναι ισπανική, propina, και σημαίνει πουρμπουάρ, το φιλοδώρημα.

Άρα, ο τίτλος έχει δυο λέξεις που σημαίνουν το ίδιο σε δυο διαφορετικές γλώσσες. Ο φίλος μας ο Στάζιμπος μού έδειξε μια σειρά από τουίτ στο Τουίτερ, ενός ισπανόφωνου χρήστη που ασχολείται με την ετυμολογία, και μου φάνηκε πως υπάρχει ενδιαφέρον υλικό για ένα αρθράκι. Έκλεψα λοιπόν και τη φωτογραφία που συνόδευε τα τουίτ του Ισπανού και γράφω το αρθράκι, προσθέτοντας όμως και πολλά δικά μου.

Ως προς την ελληνική λέξη, διότι ελληνικό είναι βεβαίως το πουρμπουάρ, είναι δάνειο από το γαλλ. pourboire, το οποίο θα πει κατά λέξη «για να πιει», αφού boire είναι το ρήμα «πινω» στα γαλλικά, το απαρέμφατό του (εμείς δεν έχουμε απαρέμφατο, το καταργήσαμε όταν μπήκαμε στη Βαλκανική Ένωση).

Eίναι δηλαδη η γαλλικη λέξη ένα ουσιαστικό «εκ συναρπαγής», αφού φτιάχτηκε από τις λέξεις «pour boire», όπως το δικό μας το διαπασών φτιάχτηκε από το «διά πασών (των χορδών συμφωνία»). Μαρτυρείται από τα μέσα του 18ου αιώνα, ενώ παλιότερα (π.χ στον Μολιέρο) τη βρίσκουμε αναλυμένη («Voilà pour boire»).

Ο Γκονκούρ σημειώνει για το πουρμπουάρ ή μάλλον για το pourboire: Le pourboire, cette générosité essentiellement française, prouve l’humanité d’une nation. Elle veut, la France, qu’à la rémunération tarifée du travail ou du service, il s’ajoute un peu de joie, un peu de bon temps, un peu d’ivresse. Που θα πει περίπου: Το πουρμπουάρ, αυτή η κατά βάση γαλλική μορφή γενναιοδωρίας, αποδεικνύει την ανθρωπιά ενός έθνους. Στη θεσμοθετημένη ανταμοιβή της εργασίας ή της υπηρεσίας, η Γαλλία θέλει να δει να προστίθεται λίγη χαρά, λίγη καλοπέραση, λίγη μέθη. Είναι έτσι; Θα σας γελάσω.

Οπότε, το πουρμπουάρ μάς ήρθε από το Παρίσι -κυριολεκτικά, αφού οι πρώτες ανευρέσεις του όρου σε ελληνικές εφημερίδες, από το γύρισμα του 20ού αιώνα ως το 1910, αφορούν όλες είτε ανταποκρίσεις από το Παρίσι (μερικές του Ζαχ. Παπαντωνίου) είτε μεταφράσεις γαλλικών διηγημάτων.

Η γερμανική αντίστοιχη λέξη, που είναι Trinkgeld, κατά λέξη «χρήματα για ποτό» αφού Geld είναι τα χρήματα, μοιάζει μεταφραστικό δάνειο από τα γαλλικά, ομως βρίσκω πως εμφανίζεται κάπου 3 αιώνες νωρίτερα από τη γαλλική.

Και σε άλλες γλώσσες το φιλοδώρημα συνδέεται με το «να πιεις κάτι» -ας πούμε στα ρώσικα είναι Чаевые, όπου στο πρώτο συνθετικό αναγνωρίζουμε το τσάι (Чае) ενώ στα ουγγρικά είναι borravaló όπου δεν αναγνωρίζουμε τίποτα διότι δεν ξέρουμε τη γλώσσα αλλά, αν πιστέψουμε την πιο πάνω συζήτηση στο Τουίτερ, σημαίνει κατά λέξη «χρήματα για να πιεις ένα κρασί» ή κάτι τέτοιο.

Αλλά και η ισπανική προπίνα, propina δηλαδή, στο «να πιεις» παραπέμπει, όσο κι αν αυτό δεν είναι ορατό διά γυμνού οφθαλμού, ούτε από τον Ισπανό ομιλητή (εκτός αν έχει έφεση στην ετυμολογία).

Πράγματι, η propina είναι δάνειο από το λατινικό propina, του ρήματος propino, που είναι εκλατινισμός του ελληνικού «προπίνω». Να ξεκινήσουμε από αυτό.

Προπίνω στα αρχαία ελληνικά σήμαινε καταρχάς «πίνω πριν απο κάποιον», αλλά στα συμφραζόμενα των συμποσίων σημαίνει «πίνω προς τιμή κάποιου», «κάνω πρόποση» που λέμε σήμερα. Αυτός που έκανε την πρόποση έπινε, και στη συνέχεια έδινε το ποτήρι σε εκείνον στην τιμή του οποίου είχε πιει.

Όμως στα συμπόσια και στις ευωχίες των πλουσίων ήταν συνηθισμένο όχι απλώς να του δίνει το ποτήρι αλλά να του χαρίζει το ποτήρι, και βεβαίως σε τέτοιες περιστάσεις τα ποτήρια των προπόσεων ήταν ασημένια ή χρυσά ή διαμαντοστόλιστα, οπότε το δώρο ήταν βαρύτιμο -τα εκπώματα … εμπιμπλάς προύπινε και εδωρείτο, λέει ο Ξενοφών στην Κύρου Ανάβαση, δηλ. έκανε την πρόποση και τα δώριζε (δωρούμαι το ρήμα).

Κι έτσι το «προπίνω» πήρε τη σημασία «χαρίζω» και αποσπάστηκε από τα συμποσιακά κι έφτασε να χρησιμοποιείται για οποιοδήποτε δώρο χαριζόταν. Ο Δημοσθένης πολλές φορές το χρησιμοποιεί στους λόγους του, ας πούμε όταν στον «Περί του στεφάνου» θέλει να στιγματίσει τους φιλομακεδόνες πολιτικούς των διαφόρων ελληνικών πόλεων που «τὴν ἐλευθερίαν προπεπωκότες πρότερον μὲν Φιλίππῳ, νῦν δ᾽ Ἀλεξάνδρῳ» δηλαδή που χάρισαν την ελευθερία της πατρίδας τους πρώτα στον Φίλιππο κι έπειτα στον Αλέξανδρο (λες κι ήταν κύπελλο πρόποσης).

Το ρήμα περνάει στα λατινικά, propino, και με τη σημασία «πίνω στην υγεία/στην τιμή κάποιου» αλλά και με τη σημασία «χαρίζω κάτι σε κάποιον», και από εκεί το ουσιαστικό propina, που πέρασε όχι μόνο στα ισπανικά, αλλά επίσης στα ιταλικά και στα πορτογαλικά.

Περνάει ίσως και στα ελληνικά της ύστερης αρχαιότητας, ως αντιδάνειο, διοτι στο Λίντελ Σκοτ βρίσκω προπίνα και ποπίνα = καπηλείον. Στις Νεαρές του Ιουστινιανού αναφέρεται, αν κατάλαβα καλά, ότι αν πιάσεις τη γυναίκα σου με κάποιον «εν προπίναις» μπορείς να τον σκοτώσεις ατιμώρητα, ενώ στα Βασιλικά ως παράδειγμα «άσεμνου τόπου» αναφέρεται «τυχόν προπίνα ή χαμαιτυπεία».

Και όχι μόνο. Στα αγγλικά το φιλοδώρημα είναι tip, μια λέξη σκοτεινής ετυμολογίας (δεν ισχύει βέβαια αυτό που ίσως δείτε, ότι τάχα είναι… ακρώνυμο που εξηγείται ως Τo Insure Promptitude, για να εξασφαλίσεις γρήγορη εξυπηρέτηση!). Όμως, υπαρχει, αν και είναι σπανιότατη, η αγγλική λέξη propine, ουσιαστικό και ρήμα, που προέρχεται από τα λατινικά που μόλις είδαμε. Ο σερ Ουόλτερ Σκοτ, που του άρεσε να χρησιμοποιεί σπάνιες λέξεις, την έχει στον Ιβανόη: “The priests of a neighbouring convent, in expectation of the ample donation … which Cedric had propined, attended upon the car.”

Αυτά βέβαια τον καιρό του Ιβανόη, ή έστω τον παλιό καιρό που αφήναμε προπίνες, πουρμπουάρ, φιλοδωρήματα, τιπ, ή όπως αλλιώς θέλετε να τα πείτε, στα εστιατόρια, τις καφετέριες και τα συναφή καταστήματα, τότε που υπήρχαν ανοιχτά τέτοια καταστήματα και που είχαμε λεφτά για φιλοδωρήματα….



Αντιγραφή : sarantakos.wordpress.com

23 Ιανουαρίου 2020

Τριγυρνώντας στις... γειτονιές του κόσμου, πάνω σε μια βέσπα



«Ένας χρόνος, 14.697 χιλιόμετρα, δύο καινούργια πιστόνια, 118 λίτρα μπύρας, 590 λίτρα βενζίνης, 15 λίτρα διχρονόλαδο, 365 μέρες γεμάτες καινούριες εμπειρίες». Σε μια μόνο πρόταση, η Αλεξάνδρα Φεφοπούλου και ο Στέργιος Γκόγκος «έκλεισαν» το νέο κεφάλαιο του μεγάλου ταξιδιού τους, που δεν θα τελειώσει αν δεν δουν «και την πιο απομακρυσμένη γωνιά της γης!».
Ο Στέργιος και η Αλεξάνδρα τριγυρίζουν ανά τον πλανήτη ταξιδεύοντας με μια Vespa PX200, τον «Κίτσο»! Ήταν το 2013, όταν έφυγαν και οι δύο από την Ελλάδα -ξεχωριστά ο καθένας και με διαφορετικά σχέδια- λόγω της κοινωνικοοικονομικής κρίσης που έπληττε τη χώρα. Έμελλε, όμως, να συναντηθούν τυχαία στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και λίγο καιρό μετά να ξεκινήσουν ένα... «δοκιμαστικό», όπως χαρακτηριστικά λένε, ταξιδεύοντας με τον «Κίτσο» στη Νότια Αφρική και το Λεσότο. Από τον Δεκέμβριο του 2014, η Αλεξάνδρα και ο Στέργιος ταξιδεύουν παρέα και ύστερα από προηγούμενα ταξίδια τους στην Αφρική και τη Νότια Αμερική, τον τελευταίο χρόνο ταξιδεύουν αδιάκοπα και απ' ό,τι φαίνεται δεν έχουν καμιά πρόθεση να σταματήσουν...
«Ένας χρόνος στον δρόμο δεν είναι πολύς. Είναι πολύ... λίγος. Περνάει πολύ γρήγορα. Νιώθουμε σαν να έχουμε ξεκινήσει τώρα», λένε -με μια φωνή- μιλώντας στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων και το «Πρακτορείο FM» από την πόλη San Juan (Σαν Χουάν) της Αργεντινής, όπου βρίσκονται, περιμένοντας τον «Κίτσο» να «αναρρώσει», καθώς τα πολλά χιλιόμετρα στον δρόμο (μετρά ήδη πάνω από 200.000 συνολικά) και μάλιστα σ' ένα γεωγραφικό ανάγλυφο πολλές φορές δύσκολο τον... έστειλαν στο συνεργείο.
«Κλείσαμε έναν χρόνο στις 2 Ιανουαρίου και το γιορτάσαμε! Αυτός ο χρόνος ξεκίνησε από το Σάο Πάολο της Βραζιλίας, όπου είχαμε αφήσει το βεσπάκι μας, τον "Κίτσο", τα 2,5 χρόνια που βρισκόμαστε στην Ελλάδα (από τα προηγούμενα ταξίδια) και δουλεύαμε ώστε να μπορούμε να ξαναβρεθούμε στον δρόμο», αναφέρει η Αλεξάνδρα, εξηγώντας πως όταν ξεκίνησαν τη νέα τους αυτή «περιπέτεια», πριν από έναν χρόνο, είχαν κάποιο πλάνο που στη συνέχεια χρειάστηκε να αλλάξει πολλές φορές λόγω διαφόρων αστάθμητων παραγόντων.
«Η πρώτη αλλαγή πλεύσης έγινε, όταν διαπιστώσαμε ότι δεν αντέχουμε τη ζέστη της Βραζιλίας!» σημειώνει η Αλεξάνδρα, για να προσθέσει ο Στέργιος, χαριτολογώντας, πως ήταν κυρίως ο «Κίτσος» που «...τσίνισε λιγάκι». Μια άλλη αλλαγή πλάνου και χρονοδιαγράμματος συνέβη στην Παραγουάη, μια χώρα που είχαν επισκεφθεί και σε προηγούμενο ταξίδι τους. «Όταν μπήκαμε στην Παραγουάη αυτή τη φορά συνειδητοποιήσαμε ότι πρόκειται για μια χώρα πολύ ενδιαφέρουσα, που λίγοι ταξιδιώτες της δίνουν την ευκαιρία να τη γνωρίσουν καλύτερα. Οπότε εκεί που προγραμματίζαμε να μείνουμε 1-2 μήνες, τελικά καταλήξαμε να έχουμε μείνει σχεδόν 6 μήνες!» λένε οι δύο σύγχρονοι... Ιούλιοι Βερν.
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα αναφέρουν για την Παραγουάη στο διαδικτυακό τους ημερολόγιο -«μαγιά» ίσως ακόμα ενός βιβλίου(;) μετά το «Ρύζι και Χώμα», που έγραψαν επιστρέφοντας από την Αφρική. «Τι χώρα κι αυτή! Και να φανταστείς, οι περισσότεροι ταξιδιώτες στη Νότια Αμερική την προσπερνούν. Δεν έχει, βλέπεις, διάσημα μνημεία και οι άνθρωποί της δεν είναι ντυμένοι με παραδοσιακές φορεσιές. Όσοι την επισκέπτονται, συνήθως κάνουν ένα γρήγορο πέρασμα από τους καταρράκτες του Ιγουαζού στα ανατολικά ως την πρωτεύουσα Ασουνσιόν και στρίβουν γρήγορα το τιμόνι για να μπουν πάλι στην Αργεντινή ή τη Βραζιλία. Αυτό το "λάθος" κάναμε κι εμείς το 2015, όταν πρωτοήρθαμε στην Παραγουάη, αλλά είπαμε να μην το επαναλάβουμε αυτή τη φορά, τέσσερα χρόνια αργότερα», αναφέρουν, εξηγώντας γιατί τους πήρε τόσους μήνες για να αφήσουν τα σύνορα της Παραγουάης και να συνεχίσουν το ταξίδι τους.
Ένας από τους «θησαυρούς» που βρήκαν στην Παραγουάη ήταν οι άνθρωποί της, που όλο ζεστασιά άνοιγαν τα σπίτια τους για να τους φιλοξενήσουν. «Ήταν συγκλονιστική η φιλοξενία στην Παραγουάη. Δεν μας έχει ξανασυμβεί να μας τραβάνε από σπίτι σε σπίτι για να μας φιλοξενήσουν άνθρωποι άγνωστοι, που καμιά σχέση δεν έχουν με το ταξίδι με μοτοσικλέτα», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Στέργιος.
Με βαριά καρδιά αλλά γεμάτη ψυχή από όσα βίωσαν εκεί, ο Στέργιος και η Αλεξάνδρα πέρασαν στην Αργεντινή, όπου κι εκεί βιώνουν ανεπανάληπτες στιγμές. «Η Αργεντινή είναι μια χώρα με την οποία έχουμε πολλά κοινά. Οι άνθρωποι εδώ θεωρούν ότι ερχόμαστε από μια χώρα πολύ οργανωμένη, πολύ καθαρή, με λυμένα όλα μας τα προβλήματα και εντυπωσιάζονται όταν αντιλαμβάνονται πόσα κοινά έχουμε... Μπορούμε να ταυτιστούμε σε πολλά και είναι εντυπωσιακό αυτό καθώς μας κάνει να νιώθουμε λίγο - πολύ σαν το σπίτι μας!», λένε.
Οι άνθρωποι, άλλωστε, είναι αυτοί που αποτελούν πλέον «πυξίδα» του ταξιδιού τους. «Ύστερα από ένα διάστημα που είμαστε στον δρόμο, καταλάβαμε ότι δεν θέλαμε να δούμε μόνο μουσεία και μνημεία αλλά και να γνωρίσουμε και τους ανθρώπους που συναντούμε. Δεν είναι καθόλου ρομαντικό ή... δήθεν να πούμε ότι έχουμε κάνει φίλους, με τους οποίους είμαστε πολύ πιο κοντά από φίλους που είχαμε στην Ελλάδα και ήμασταν μαζί για χρόνια», τονίζουν.
Από το ημερολόγιο των δύο ταξιδιωτών «ξεπηδούν» κάποιες από τις μοναδικές συναντήσεις τους στην Αργεντινή, με ανθρώπους που σίγουρα δεν θα ξεχάσουν ποτέ... «Επειδή οι εκπλήξεις ποτέ δε σταματούν, εκεί που μαγειρεύαμε το δείπνο μας ακούσαμε μια φωνή να μας ρωτά σε σπαστά Ελληνικά: "Μήπως είστε Έλληνες;". Γυρίσαμε έκπληκτοι και είδαμε μια μεσήλικη κυρία μ' ένα τεράστιο χαμόγελο να περιμένει την απάντησή μας. Μιλώντας πότε Ελληνικά και πότε Αγγλικά μας εξήγησε πως από παλιά πηγαίνει για διακοπές στην Ελλάδα και πως αγαπά τόσο πολύ τη χώρα μας που συγκινείται με κάθε τι ελληνικό. Πόσο μάλλον με δυο Έλληνες που συνάντησε τελείως τυχαία σ' ένα τόσο παράδοξο μέρος. Αργότερα, σε μια κατ' ιδίαν στιγμή με τον Στέργιο του εξήγησε πως ο πρώτος έρωτας της ήταν ένας Έλληνας απ’ την Ιερισσό, μια μικρή πόλη που βρίσκεται μόλις λίγα χιλιόμετρα μακριά απ’ το χωριό του Στέργιου, οπότε εξηγούταν και η έξτρα συγκίνηση που ένιωσε»...
Ο Στέργιος και η Αλεξάνδρα είναι αποφασισμένοι να συνεχίσουν το ταξίδι τους, σχεδιάζοντας το επόμενο... βήμα, μέρα με τη μέρα, χιλιόμετρο με το χιλιόμετρο, αφού ξέρουν πολύ καλά πόσο εύκολα μπορεί να αλλάξουν τα όποια σχέδια επί χάρτου. «Όταν με το καλό επισκευαστεί ο Κιτσάκος, υπάρχει η σκέψη να πάμε στη Βολιβία ή στη Χιλή», λένε.
Όσο γι’ αυτό που τούς δίνει δύναμη να συνεχίσουν; «Παίρνουμε ενέργεια από τον κόσμο. Όταν μας γράφουν στα social media (σ.σ. αναζητήστε τους ως Worldvespa), "ταξιδεύουμε μαζί σας", αυτό μας δίνει δύναμη να συνεχίσουμε» λένε με μια φωνή!

Σοφία Παπαδοπούλου